Και επειδή εμείς δεν έχουμε αγγίξει αυτήν την Αγάπη, η οποία σβήνει όλα τα άλλα πράγματα, δεν έχουμε σαγηνευτεί απ' αυτή την ομορφιά που θα μας κάνει να δούμε όλες τις άλλες ομορφιές διαφορετικά, και να τις βάλουμε σε άλλη θέση. Σε άλλη θέση μες στην καρδιά μας. Γι αυτό ξέρεις τι παθαίνουμε; Δίνουμε την πρώτη θέση σε πράγματα που δεν είναι καθόλου πρώτα, αλλά είναι τελευταία. Αλλά τι να κάνουμε; Αφού για μας αυτό είναι το πρώτο!

Αφού ακόμα δεν έχουμε δει την ωραιότητα της αλήθειας! Την ωραιότητα του Θεού! Αφού δεν έχουμε σαγηνευτεί απ' Αυτόν! Λογικό είναι. Ερμηνεύεται το φαινόμενο. Δικαιολογούμαστε.

Λοιπόν, τα πράγματα δεν αλλάζουν ούτε με τη βία, ούτε με το ζόρι, ούτε με φωνές. Έτσι ξέρει κανείς, έτσι κάνει. Μη ζητάτε από τους άλλους να κάνουν υπερβάσεις, επειδή εσείς τους το λέτε και μόνο. Η υπέρβαση, το να ξεπεράσεις την κατάστασή σου και να ζήσεις κάτι άλλο· πρέπει πρώτα να έρθει μια γοητεία. Μια έλξη, ένας θαυμασμός, ένας έρωτας. Κι αυτή η αγάπη κι αυτός ο θαυμασμός δεν έρχεται με φωνές. Δεν έρχεται με απαιτήσεις, αλλά με προσευχή.

Γίνε εσύ αγαπημένος με το Χριστό, αγάπα εσύ την ομορφιά αυτού που κάνεις, αγάπα εσύ τη ζωή, αγάπα εσύ τον κόσμο, αγάπα εσύ το Θεό και τους ανθρώπους του Θεού κι αυτή είναι η μεγάλη σου προσφορά. Κι έτσι η ψυχή του άλλου θα μαλακώσει. Κι έτσι η ψυχή του παιδιού σου θα δει ότι ο πατέρας του και η μάνα του δεν έχουνε εντάσεις, δεν φωνάζουν, δεν πάνε να το ακουμπήσουν στην ψυχούλα του, το παιδί, με τα χέρια τους άγρια, και δεν είναι τα λόγια τους σαν αγκάθια στην ψυχή του ν' αντιδρούν τα παιδιά, αλλ' έρχονται απαλά οι γονείς. Είναι πολύ ωραίο το παιδί νά 'χει δυο γονείς αγαπημένους, ερωτευμένους με ό,τι ωραίο υπάρχει σ' αυτόν τον κόσμο, με ωραίες εμπνεύσεις. Και τότε το παιδί, η ψυχούλα του, θα ξεμπλοκάρει. Κι αν το θαύμα δε γίνει τώρα, θα γίνει κάποια άλλη στιγμή. Θα πει κανείς: «Ναι, αλλά το τραίνο πάτερ θα έχει φύγει. Τώρα πρέπει να διαβάσει. Αν αυτά που λες εσύ, γίνουν μετά από δεκαπέντε χρόνια τι να τα κάνουμε; Θα τελειώσει το Λύκειο». Ναι, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι εμείς με το ζόρι να ωριμάσει, πριν έρθει η ώρα του.

Έχει ο Θεός τους δικούς Του τρόπους. Έχει ο Θεός το δικό Του πρόγραμμα, το δικό Του σχέδιο για τον κάθε άνθρωπο. Αν τα σχέδια, αν η τακτική που ακολουθείτε ως τώρα έχει αποτύχει ή αποτυγχάνει διαρκώς, προβληματιστείτε μήπως πρέπει να σκεφτείτε και κάτι άλλο. Αυτά που λέω κι εγώ δεν τα απαιτώ, γιατί θα πέσω στο ίδιο λάθος, αν τα απαιτήσω από σας. Απλά σας προβληματίζω να σκεφτείτε μήπως η τακτική που ακολουθούμε μερικές φορές να πιέζουμε τους άλλους ν' αλλάξουν, να φωνάζουμε στα παιδιά μας να διαβάσουν, μήπως αυτή η τακτική δεν είναι η σωστή. Και πρέπει να βρούμε μια άλλη τακτική. Μια τακτική που θ' αγγίξει την καρδιά. Να βοηθήσουμε τα παιδιά να κάνουν Μαθηματικά με την καρδιά τους. Ασκήσεις, εξισώσεις, γεωμετρία με γραμμές ευθείες με την καρδιά τους, η οποία θα ζει μέσα στην καμπυλότητα αυτή της αγάπης και του αγγίγματος του Θεού. Και τότε θα τα προσλάβουν στην καρδιά τους όλα πολύ διαφορετικά.

Λοιπόν, κι αν κάπου κάνω λάθος κι αν κάπου είμαι υπερβολικός, να με συγχωρείτε, διότι εγώ δεν έχω παιδιά· εγώ δεν είμαι πατέρας κι ούτε θα γίνω. Κι εσείς ξέρετε σίγουρα καλύτερα από μένα. Γιατί τα ζείτε στην καθημερινότητα σας. Κι αν έχετε κάποια άλλη πρόταση κι αν έχετε κάποια άλλη ιδέα, θα χαρώ να την ακούσω μ' ένα κείμενο που θα στείλετε στην Πειραϊκή Εκκλησία, με κάτι που θα πείτε να προβληματιστούμε όλοι πάνω σ' αυτό. Μακάρι όλα τα σπίτια να έχουν ένα τέτοιο κλίμα αγάπης, ζεστασιάς, ωραιότητος! Αγάπης στο κάλλος, στην ομορφιά της ζωής, στις γνώσεις, στις αλήθειες του Θεού, ώστε τα παιδιά αβίαστα, όμορφα, ξεκούραστα ν' αγαπούν τη γνώση των πραγμάτων αυτού του κόσμου και τη γνώση του Θεού και της αλήθειας του Χριστού, η οποία είναι η πηγή κάθε άλλης γνώσης και η βάση κάθε άλλης γνώσης.

Αγαπητοί μου αδελφοί, καλή δύναμη! Καλό αγώνα μέχρι την επόμενη εβδομάδα! Και καλή αντάμωση πάλι στα «Αθέατα Περάσματα».

Ο Θεός να 'ναι πάντα μαζί μας.

Χαίρετε!

Κύριε, μαλάκωσε την καρδιά μου

Δυνάμωσε την Ψυχή σου - i_004.jpg

«…Γειά σας πάτερ. Είμαι η Λ. από την Κ. και με τη μητέρα μου την Ε. ακούμε τις ομιλίες σας, που μας βοηθουν πάρα πολύ! Αυτή τη στιγμή θέλω να γράψω πολλά, αλλά το σημαντικό είναι ότι έχω σκλήρυνση κατά πλάκας, αλλά χάρη στο Θεό, προσπαθώ να το αποδεχτώ πλήρως και να το ξεπεράσω… Δεν είναι εύκολο, αλλά έχω και τη μαμά μου, που με βοηθάει… Ακούμε τις ομιλίες σας και σας ευχαριστούμε γι’ αυτό. Να εύχεστε να μαλακώσει η καρδιά μου μέσα απ’ τα βάσανα που περνώ…»

Λ.Β. Μυτιλήνη (e-mail)

Και εγώ, Χριστέ μου, τι φταίω; Τι φταίω εγώ, για παράδειγμα, που η καρδιά μου πολλές φορές είναι σαν γη στεγνή; Σαν το χωράφι το στεγνό, το ξερό, το ξεραμένο. Που δεν δέχεται καθόλου μέσα του το σπόρο. Που δεν μπορεί τίποτα να βλαστήσει μέσα του. Τι φταίει όμως το χωράφι το ξερό, το στεγνό, το έρημο; Μπορείς να το μαλώσεις; Μπορείς να πεις σε ένα χωράφι, γιατί είσαι έτσι; Πολλές φορές νιώθει κανείς ότι βαριέται. Βαριέται από μόνος του. Βαριέται την προσευχή, βαριέται τον εκκλησιασμό. Δεν θέλει να ακούσει. Ακούει και ξεχνάει. Εγώ φταίω που ακούω και ξεχνάω; Εγώ φταίω που δεν έχω όρεξη να διαβάσω πνευματικά βιβλία, να διαβάσω πατερικά κείμενα;

Έτσι είναι η γη της ψυχής μου, λέει κανείς. Τα λέω όλα αυτά, αγαπητοί μου φίλοι, με αφορμή αυτά τα λόγια του Χριστού μας, που περιγράφει στην παραβολή αυτή — την θυμάστε — του Σπορέως. Που λέει ότι βγήκε ένας γεωργός να σπείρει το σπόρο του και περιγράφει ο Χριστός μέσα σε τόσο λίγες γραμμές όλες τις ανθρώπινες ψυχές. Και μας λέει πώς είμαστε. Και λέει ότι ένα μέρος του σπόρου έπεσε στη γη, στο δρόμο, δηλαδή, δίπλα από τη γη, το χωράφι και το πατήσανε οι άνθρωποι που περνούσανε «καί τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγαν αὐτό». Και τα πουλάκια του ουρανού που πέρασαν έφαγαν το σπόρο κι εξαφανίστηκε. Τίποτα δεν έμεινε, τίποτα δεν φύτρωσε. Τίποτα δεν άγγιξε τη γη. Έπεσε δίπλα, χάθηκε. Αλλο, λέει, έπεσε πάνω στην πέτρα. Αμέσως έπιασε, αλλά «φυέν ἐξηράνθη». Φύτρωσε, αλλά αμέσως ξεράθηκε. Τι εικόνα είναι και αυτή πάλι. Φυτρώνει, λες, νάτο· μεγάλωσε! και μετά από δύο μέρες, ώπ! έπεσε… Ξεράθηκε, κιτρίνισε, τίποτα… Γιατί δεν είχε, λέει, ικμάδα. Δεν είχε μέσα του ζωή, δεν είχε δροσιά, δεν είχε χυμούς να μεγαλώσει. Και άλλος, λέει, σπόρος έπεσε μέσα στα αγκάθια. Και τον έπνιξαν τα αγκάθια. Και άλλος σπόρος έπεσε, λέει, μέσα στα αγκάθια, «ἐν μέσῳ ἀκανθῶν» και φύτρωσε. Και φύτρωσαν μαζί και τα αγκάθια και «ἀπέπνιξαν αὐτόν». Το σπόρο τον έπνιξαν. Και ένα άλλο μέρος του σπόρου, το ένα τέταρτο, δηλαδή, έπεσε στη γη την αγαθή. Αυτό και μεγάλωσε και φύτρωσε και έκανε καρπό εκατοντα-πλασίονα. Εκατό φορές περισσότερο!..

Κοιτάξτε πόσοι άνθρωποι υπάρχουν! Μέσα σε τόσο λίγες γραμμές περιγράφει ο Χριστός μας όλες τις ανθρώπινες ψυχές. Και λέει· υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, υπάρχουν και αυτοί οι άνθρωποι, υπάρχουν και οι άλλοι άνθρωποι. Και λες τώρα εσύ: «Εγώ τι φταίω γι' αυτό που είμαι»; Πρέπει να πας να μαλώσεις ένα χωράφι επειδή είναι αυτό που είναι; Μπορείς να το μαλώσεις; Φταίει το χωράφι επειδή έχει μέσα αγκάθια; Φταίει το χωράφι επειδή είναι γόνιμο; Μπορείς να του πεις μπράβο; Ένα γόνιμο χωράφι τι έκανε για να είναι γόνιμο; Και λέει ο Χριστός μας — γιατί μπορεί να κάνουμε αυτό το παράπονο και να πούμε, μου το έχουν πει αυτό μερικοί — «Εγώ τι φταίω που είμαι αυτός που είμαι;».

Εγώ θα ήθελα να μπορώ να κάνω αυτά που κάνεις εσύ, να πηγαίνω εκκλησία, να τα αγαπάω όλα αυτά, αλλά δεν μου βγαίνει. Δεν θέλω. Βαριέμαι. Τα ακούω και μου φαίνονται βαρετά. Τα ακούω και δεν τα πιστεύω αυτά που λες. Όχι εσύ· η Εκκλησία. Δεν τα πιστεύω αυτά, δεν με αγγίζουν. Φταίω εγώ που δεν με αγγίζουν; Κοίταξε να δεις. Νομίζω, σε πρώτη φάση, όπως λέμε, δεν φταις εσύ για αυτό που είσαι. Γιατί ο άνθρωπος, αγαπητοί μου, δεν είναι νησίδα μέσα στον κόσμο, δεν είναι ένα νησί απομονωμένο από τους υπόλοιπους. Όχι. Είμαστε ενωμένοι ο ένας με τον άλλο, δίπλα από τον άλλο, ζούμε ο ένας κοντά στον άλλο. Έχουμε πατέρα, μητέρα, παππού, γιαγιά, προγόνους, περιβάλλον, τόπο που ζούμε, συγκεκριμένη καταγωγή, συγκεκριμένο τόπο ο καθένας. Την πόλη του, το χωριό του, τις παραδόσεις του, τις συνήθειές του. Όλα αυτά τον έχουν επηρεάσει.