18 Επειδή, οργή του Θεού αποκαλύπτεται από τον ουρανό επάνω σε κάθε ασέβεια και αδικία ανθρώπων, που κατακρατούν την αλήθεια με μέσα αδικίας. 19 Επειδή, ό,τι μπορεί να γίνει γνωστό για τον Θεό, είναι φανερό μέσα τους· για τον λόγο ότι, ο Θεός το φανέρωσε σ' αυτούς. 20 Δεδομένου ότι, τα αόρατα αυτού βλέπονται φανερά από την εποχή τής κτίσης τού κόσμου, καθώς νοούνται διαμέσου των δημιουργημάτων του, και η αιώνια δύναμή του και η θεότητα, ώστε αυτοί να είναι αναπολόγητοι. 21 Επειδή, ενώ γνώρισαν τον Θεό, δεν τον δόξασαν ως Θεό, ούτε τον ευχαρίστησαν· αλλά, μέσα στους μάταιους συλλογισμούς τους, αναζήτησαν μάταια πράγματα, και σκοτίστηκε η ασύνετη καρδιά τους. 22 Ενώ έλεγαν ότι είναι σοφοί, έγιναν μωροί. 23 Και άλλαξαν τη δόξα τού άφθαρτου Θεού σε ομοίωμα εικόνας φθαρτού ανθρώπου, και πουλιών και τετράποδων και ερπετών. 24 Γι' αυτό και ο Θεός τούς παρέδωσε σε ακαθαρσία, διαμέσου των επιθυμιών των καρδιών τους, ώστε να ατιμάζονται τα σώματά τους αναμεταξύ τους. 25 Οι οποίοι αντικατέστησαν την αλήθεια τού Θεού με το ψέμα, και απέδωσαν σεβασμό και λάτρευσαν την κτίση, παρά εκείνον που την έκτισε, ο οποίος είναι άξιος ευλογίας στους αιώνες. Αμήν. 26 Γι' αυτό, ο Θεός τούς παρέδωσε σε πάθη ατιμίας· επειδή, και οι γυναίκες τους αντικατέστησαν τη φυσική χρήση με την αφύσικη· 27 παρόμοια δε και οι άνδρες, αφήνοντας τη φυσική χρήση τής γυναίκας, άναψαν μέσα τους από την επιθυμία τους ο ένας προς τον άλλον, κάνοντας την ασχημοσύνη, αρσενικοί σε αρσενικούς, και απολαμβάνοντας στον εαυτό τους την πρέπουσα αντιμισθία τής πλάνης τους. 28 Και καθώς αποδοκίμασαν το να έχουν επίγνωση του Θεού, ο Θεός τούς παρέδωσε σε αδόκιμον νου, ώστε να κάνουν εκείνα που δεν πρέπει· 29 επειδή, είναι γεμάτοι από κάθε αδικία, πορνεία, πονηρία, πλεονεξία, κακία· είναι γεμάτοι από φθόνο, φόνο, φιλονικία, δόλο, κακοήθεια· 30 ψιθυριστές, κατάλαλοι, με μίσος για τον Θεό, υβριστές, υπερήφανοι, αλαζόνες, εφευρετές κακών, απειθείς στους γονείς, 31 χωρίς σύνεση, παραβάτες συμφωνιών, άσπλαχνοι, ασυμφιλίωτοι, ανελεήμονες· 32 οι οποίοι, ενώ γνωρίζουν τη δικαιοσύνη τού Θεού, ότι εκείνοι που πράττουν τέτοιου είδους πράγματα είναι άξιοι θανάτου, όχι μονάχα τα πράττουν, αλλά και επιδοκιμάζουν με ευχαρίστηση εκείνους που τα πράττουν.

Κεφάλαιον 2

1 Γί αυτό, είσαι αναπολόγητος, ω άνθρωπε, οποιοσδήποτε και αν είσαι εσύ που κρίνεις· επειδή, σε ό,τι κρίνεις τον άλλον, κατακρίνεις τον εαυτό σου· για τον λόγο ότι, τα ίδια κάνεις εσύ που κρίνεις. 2 Ξέρουμε, μάλιστα, ότι η κρίση τού Θεού είναι σύμφωνη με την αλήθεια, ενάντια σ' εκείνους που κάνουν αυτού τού είδους τα πράγματα. 3 Και νομίζεις τούτο, ω άνθρωπε, εσύ που κρίνεις αυτούς που κάνουν αυτού τού είδους τα πράγματα, και ο οποίος τα κάνεις, ότι θα ξεφύγεις την κρίση τού Θεού; 4 Ή καταφρονείς τον πλούτο τής αγαθότητάς του και της υπομονής και της μακροθυμίας, αγνοώντας ότι η αγαθότητα του Θεού σε φέρνει σε μετάνοια; 5 Εξαιτίας, όμως, της σκληρότητάς σου και της αμετανόητης καρδιάς, θησαυρίζεις για τον εαυτό σου οργή κατά την ημέρα τής οργής και της αποκάλυψης της δικαιοκρισίας τού Θεού, 6 ο οποίος θα αποδώσει σε κάθε έναν σύμφωνα με τα έργα του· 7 σ' εκείνους μεν που, με υπομονή αγαθού έργου, ζητούν δόξα και τιμή και αφθαρσία, αιώνια ζωή· 8 στους δε φιλόνικους, και οι οποίοι απειθούν μεν στην αλήθεια, όμως πείθονται στην αδικία, θα είναι θυμός και οργή, 9 θλίψη και στενοχώρια σε κάθε ψυχή ανθρώπου που εργάζεται το κακό, και Ιουδαίου, πρώτα, και Έλληνα· 10 δόξα, όμως, και τιμή και ειρήνη σε κάθε εργαζόμενον το αγαθό, και στον Ιουδαίο, πρώτα, και στον Έλληνα. 11 Δεν υπάρχει, βέβαια, προσωποληψία από μέρους τού Θεού· 12 επειδή, όσοι αμάρτησαν χωρίς τον νόμο, θα απολεσθούν και χωρίς τον νόμο· και όσοι αμάρτησαν κάτω από τον νόμο, θα κριθούν με τον νόμο, 13 (επειδή, δεν είναι δίκαιοι μπροστά στον Θεό οι ακροατές τού νόμου, αλλά οι εκτελεστές τού νόμου θα δικαιωθούν. 14 Επειδή, όταν οι εθνικοί, που δεν έχουν νόμο, κάνουν από τη φύση τους εκείνα που ανήκουν στον νόμο, αυτοί, ενώ δεν έχουν νόμο, οι ίδιοι είναι νόμος στον εαυτό τους· 15 οι οποίοι δείχνουν το έργο τού νόμου να είναι γραμμένο μέσα στις καρδιές τους, έχοντας τη συνείδησή τους να συμμαρτυρεί, και τους λογισμούς να κατηγορούν ή και να απολογούνται αναμεταξύ τους)· 16 κατά την ημέρα, όταν ο Θεός θα κρίνει τα κρυφά των ανθρώπων διαμέσου τού Ιησού Χριστού, σύμφωνα με το ευαγγέλιό μου.

17 Δες, εσύ ονομάζεσαι Ιουδαίος, και επαναπαύεσαι στον νόμο, και καυχάσαι στον Θεό, 18 και γνωρίζεις το θέλημά του, και διακρίνεις τα όσα διαφέρουν, καθώς διδάσκεσαι από τον νόμο· 19 και έχεις πεποίθηση στον εαυτό σου, ότι είσαι οδηγός τυφλών, φως εκείνων που είναι μέσα στο σκοτάδι, 20 παιδαγωγός των αφρόνων, δάσκαλος των νηπίων, έχοντας τον τύπο τής γνώσης και της αλήθειας, που είναι μέσα στον νόμο. 21 Εσύ, λοιπόν, που διδάσκεις τον άλλον, δεν διδάσκεις τον εαυτό σου; Εσύ που κηρύττεις να μη κλέβουν, κλέβεις; 22 Εσύ που λες να μη μοιχεύουν, μοιχεύεις; Εσύ που αηδιάζεις για τα είδωλα, διαπράττεις ιεροσυλία; 23 Εσύ που καυχάσαι στον νόμο, ατιμάζεις τον Θεό με την παράβαση του νόμου; 24 Επειδή, όπως είναι γραμμένο, το όνομα του Θεού εξαιτίας σας δυσφημείται ανάμεσα στα έθνη. 25 Βέβαια, η περιτομή ωφελεί μεν, αν εκτελείς τον νόμο· αν, όμως, είσαι παραβάτης τού νόμου, η περιτομή σου έχει γίνει ακροβυστία. 26 Αν, λοιπόν, ο απερίτμητος τηρεί τα διατάγματα του νόμου, δεν θα λογαριαστεί η ακροβυστία του ως περιτομή; 27 Και ο απερίτμητος από τη φύση του, εκτελώντας τον νόμο, θα κρίνει εσένα, που, ενώ έχεις το γράμμα τού νόμου και την περιτομή, είσαι παραβάτης τού νόμου. 28 Επειδή, Ιουδαίος δεν είναι αυτός που είναι κατά το φανερό μέρος Ιουδαίος, ούτε περιτομή αυτή που είναι κατά το φανερό μέρος, αυτή που γίνεται στη σάρκα· 29 αλλ' Ιουδαίος είναι αυτός που είναι κατά το κρυφό μέρος Ιουδαίος, και περιτομή αυτή της καρδιάς, κατά το πνεύμα, όχι κατά το γράμμα, για τον οποίο ο έπαινος είναι όχι από ανθρώπους, αλλά από τον Θεό.

Κεφάλαιον 3

1 ΠΟΙΑ είναι, λοιπόν, η υπεροχή τού Ιουδαίου; Ή, ποια είναι η ωφέλεια της περιτομής; 2 Πολλή, με κάθε τρόπο. Πρώτα μεν, για τον λόγο ότι στους Ιουδαίους εμπιστεύθηκαν τα λόγια τού Θεού. 3 Επειδή, αν μερικοί δεν πίστεψαν, τι με τούτο; Μήπως η απιστία τους θα καταργήσει την πίστη τού Θεού; 4 Μη γένοιτο· αλλά, ας είναι ο Θεός αληθής, και κάθε άνθρωπος ψεύτης· καθώς είναι γραμμένο: «Για να δικαιωθείς στα λόγια σου, και να νικήσεις όταν κρίνεσαι». 5 Και αν η αδικία μας δείχνει τη δικαιοσύνη τού Θεού, τι θα πούμε; Μήπως είναι άδικος ο Θεός, που επιφέρει την οργή; (ως άνθρωπος μιλάω). 6 Μη γένοιτο· επειδή, πώς θα κρίνει ο Θεός τον κόσμο; 7 Αν, βέβαια, η αλήθεια τού Θεού περίσσευσε για τη δόξα του διαμέσου του δικού μου ψέματος, γιατί εγώ κρίνομαι πλέον ως αμαρτωλός; 8 Και, (καθώς δυσφημούμαστε, και καθώς μερικοί κηρύττουν ότι λέμε εμείς): Γιατί να μη κάνουμε τα κακά για νάρθουν τα αγαθά; Η κατάκριση των οποίων είναι δίκαιη.

9 Τι, λοιπόν; Υπερέχουμε από τους εθνικούς; Όχι, βέβαια· επειδή, δείξαμε προηγουμένως ότι και οι Ιουδαίοι και οι Έλληνες, όλοι, είναι κάτω από την αμαρτία. 10 Όπως είναι γραμμένο, ότι: «Δεν υπάρχει δίκαιος ούτε ένας· 11 δεν υπάρχει κάποιος που να έχει σύνεση· δεν υπάρχει κάποιος που να εκζητάει τον Θεό. 12 Όλοι παρεξέκλιναν, μαζί εξαχρειώθηκαν· δεν υπάρχει αυτός που πράττει το αγαθό· δεν υπάρχει ούτε ένας». 13 «Τάφος ανοιγμένος είναι το λαρύγγι τους· με τις γλώσσες τους μιλούσαν δόλια»· «δηλητήριο από οχιές υπάρχει κάτω από τα χείλη τους». 14 Των οποίων «το στόμα είναι γεμάτο από κατάρα και πικρία». 15 «Τα πόδια τους είναι γρήγορα στο να χύσουν αίμα». 16 «Ερήμωση και ταλαιπωρία είναι στους δρόμους τους· 17 και δρόμον ειρήνης δεν γνώρισαν». 18 «Δεν υπάρχει ο φόβος Θεού μπροστά στα μάτια τους». 19 Και ξέρουμε ότι όσα λέει ο νόμος, μιλάει προς εκείνους που είναι κάτω από τον νόμο· ώστε να φράξει κάθε στόμα, και ολόκληρος ο κόσμος να γίνει υπόδικος στον Θεό. 20 Επειδή, από έργα τού νόμου δεν θα δικαιωθεί μπροστά του καμιά σάρκα· για τον λόγο ότι, διαμέσου τού νόμου δίνεται σαφής γνώση τής αμαρτίας.